Γιάννης Κυριόπουλος: Eπιτακτική η μεταρρύθμιση του υγειονομικού τομέα

Ηπανδημία Covid-19 πλήττει με σφοδρότητα την παγκόσμια κοινότητα έτσι ώστε ο δείκτης ανθρώπινης ανάπτυξης (εισόδημα, εκπαίδευση, υγεία) για πρώτη φορά στην Ιστορία μειώνεται, όπως τονίζει στην «Α» ο Γιάννης Κυριόπουλος, ομότιμος καθηγητής Οικονομικών της Υγείας, κάνοντας λόγο για αρνητική εξέλιξη που αναφέρεται πρωτίστως στους ηλικιωμένους, τους φτωχούς και όλους όσους βρίσκονται σε συνθήκες δυσμενούς διαβίωσης και εργασίας.

«Η συγκρότηση μιας ενιαίας κρατικής υπηρεσίας δημόσιας Υγείας που εκτείνεται από το κεντρικό επίπεδο στην Περιφερειακή και Τοπική Αυτοδιοίκηση συνιστά την πρώτη επιλογή υψηλής προτεραιότητας»

Πώς αξιολογείτε τη διαχείριση της επιδημίας από την κυβέρνηση;

Η αξιολόγηση μιας παρέμβασης είναι πρώτα απ’ όλα τα αποτελέσματά της. Υπό το πρίσμα αυτό, η επίτευξη σχετικά καλών αποτελεσμάτων, αν και έχει πολυπαραγοντική βάση, εντούτοις σχετίζεται με τις επιλογές της εθνικής πολιτικής Υγείας για την άσκηση δημόσιων πολιτικών στον υγειονομικό τομέα.

Η πρώτη φάση της πανδημίας βασίστηκε στην έγκαιρη λήψη μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης τα οποία σε συνδυασμό με την καλή συμμόρφωση του κοινού οδήγησαν σε καλά αποτελέσματα.

Η δεύτερη φάση, μετά τη λήξη της κοινωνικής αποστασιοποίησης, απαιτεί τεχνικές και παρεμβάσεις δημόσιας υγείας κοινοτικού προσανατολισμού, με έμφαση στα σημεία υψηλής ευαλωτότητας καθώς και στη συνεργασία των πολιτών στα μέτρα ατομικής υγιεινής και αποστασιοποίησης. Στην κατεύθυνση αυτή, η αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων σχετίζεται με την επιχειρησιακή ικανότητα και την επάρκεια των υπηρεσιών δημόσιας Υγείας. Παρά το γεγονός ότι η χώρα δεν διακρίνεται για τις υψηλές επιδόσεις στις συνήθεις περιόδους, εντούτοις σε συνθήκες «συναγερμού» εμφανίζει μια σχετικά καλή προσαρμογή.

Σε κάθε περίπτωση, η επιλογή της χώρας είναι η αναζήτηση του αντισταθμίσματος ανάμεσα στην οικονομία και την Υγεία που ακολουθήθηκε στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, σε αντίθεση με την αγγλοσαξωνική εκδοχή, που στην αρχική της φάση εστιάστηκε στη στρατηγική της ανοσίας της αγέλης με αρνητικά αποτελέσματα.

Σε κάθε περίπτωση, οι δημόσιες αρχές με τις συστάσεις της επιτροπής ειδικών έχουν εμπλακεί στην προσπάθεια αντιμετώπισης της πανδημίας με στόχο την απόκρουση του δεύτερου κύματος που επέρχεται στην προσεχή κρίσιμη χειμερινή περίοδο.

Έχετε διατελέσει σύμβουλος κυβερνήσεων και διεθνών οργανισμών. Τι θα προτείνατε στην ελληνική κυβέρνηση να κάνει άμεσα για την καλύτερη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης;

Πλην των μέτρων που προτείνονται από την επιτροπή ειδικών, τα οποία είναι στο πλαίσιο των συστάσεων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, αλλά και όσων ακολουθούνται από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η πανδημία θέτει με ένταση τα μεταρρυθμιστικά διλήμματα της συγκυρίας.

Στο πλαίσιο αυτό, η συγκρότηση μιας ενιαίας κρατικής υπηρεσίας δημόσιας Υγείας που εκτείνεται από το κεντρικό επίπεδο στην Περιφερειακή και Τοπική Αυτοδιοίκηση συνιστά την πρώτη επιλογή υψηλής προτεραιότητας.

Η δεύτερη επιλογή είναι η μεταρρύθμιση στην πρωτοβάθμια περίθαλψη, που οφείλει να βασίζεται στη δημιουργία δικτύων ολοκληρωμένης φροντίδας, με την εμπλοκή όλων των σχετικών υπηρεσιών, δεδομένου ότι δεν έχει αναδειχθεί, επί του παρόντος, ένα ηγεμονικό πρότυπο.

Εν κατακλείδι, η πανδημία θέτει επιτακτικά ως μείζον πολιτικό ζήτημα τη μεταρρύθμιση του υγειονομικού τομέα συνολικά.

Σε πρόσφατη συνέντευξή σας αναφέρατε ότι χρειαζόμαστε έναν καλύτερο μηχανισμό διαμόρφωσης και λήψης αποφάσεων. Μπορείτε να το συγκεκριμενοποιήσετε αυτό;

Η πανδημία της Covid-19 συνιστά τη μεγαλύτερη υγειονομική πρόκληση της εποχής μας. Εμφανίστηκε και αντιμετωπίστηκε αρχικά, διαμέσου της κοινωνικής αποστασιοποίησης, ως πρόβλημα δημόσιας υγείας και αναμένεται να τερματιστεί επίσης ως πρόβλημα δημόσιας υγείας με την επίτευξη ανοσίας στην κοινότητα με τον κατάλληλο εμβολιασμό.

Υπό την έννοια αυτή, η διεπιστημονική σύνθεση της επιτροπής ειδικών είναι αυτονόητη και επιβεβλημένη. Η εγκυρότητα και η τεκμηρίωση των αποφάσεων δεν διασφαλίζονται από ένα σχήμα μονοτεχνικού προσανατολισμού στο οποίο κυριαρχεί η κλινική Ιατρική και ελαχιστοποιούνται η δημόσια υγεία, η Επιδημιολογία, η Ψυχολογία, η Κοινωνιολογία και η Βιοηθική.

Μια τέτοια σύνθεση δεν μπορεί να οδηγήσει σε αποφάσεις διατομεακής προσέγγισης και σε κινητοποίηση δημόσιων πολιτικών αντιμετώπισης της πανδημίας.

Επίσης, η χώρα έχει επείγουσα ανάγκη από μια συγκροτημένη και επαρκή υπηρεσία δημόσιας Υγείας που υπηρετείται από ένα καλά εκπαιδευμένο σώμα λειτουργών διεπιστημονικής σύνθεσης.

Την Πέμπτη το υγειονομικό προσωπικό των δημόσιων νοσοκομείων πραγματοποίησε μια μεγάλη απεργιακή κινητοποίηση με βασικό αίτημα τη θωράκιση του ΕΣΥ με προσλήψεις μόνιμου προσωπικού και αύξηση της χρηματοδότησης στο 7% του ΑΕΠ. Πιστεύετε ότι η κυβέρνηση έχει ανταποκριθεί στα αιτήματα των υγειονομικών αλλά και της πανδημίας;

Κατ’ αρχάς είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι το μείζον πρόβλημα της πανδημίας είναι κυρίως πρόβλημα δημόσιας υγείας και παρεμπιπτόντως πρόβλημα ιατρικής περίθαλψης. Με την έννοια αυτή, το βασικό μεταρρυθμιστικό αίτημα της συγκυρίας είναι η ανασυγκρότηση της δημόσιας Υγείας. Πράγμα που σημαίνει τη δημιουργία μιας ενιαίας κρατικής υπηρεσίας δημόσιας Υγείας που βασίζεται σε ένα καλά εκπαιδευμένο σώμα λειτουργών δημόσιας Υγείας (γιατροί, επόπτες, επισκέπτες κ.ά.) διεπιστημονικής σύνθεσης και διατομεακής παρέμβασης.

Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να γίνει εννοιολογικά και πολιτικά κατανοητό ότι είναι εντελώς διαφορετικά πράγματα η δημόσια Υγεία και το ΕΣΥ, που είναι ο κρατικός πυλώνας ιατρικής περίθαλψης. Είναι συμπληρωματικά, αλλά διαφορετικά.

Προφανώς, μετά από μια δεκαετή περιπέτεια της ελληνικής κοινωνίας και της οικονομίας, ο υγειονομικός τομέας έχει υποστεί σοβαρά ρήγματα και οι επαγγελματίες της Υγείας έχουν δεχθεί μεγάλη μείωση των εισοδημάτων τους και ως εκ τούτου βρίσκονται σε κατάσταση εκτεταμένης επαγγελματικής κόπωσης, πράγμα που πρέπει άμεσα να αναταχθεί.

Όμως προέχουν οι προτιμήσεις και τα συμφέροντα των πολιτών για υπηρεσίες Υγείας που πρέπει να είναι ευχερώς προσβάσιμες και να τηρούν τα κριτήρια της ιατρικής αποτελεσματικότητας, της οικονομικής αποδοτικότητας και της κοινωνικής ισότητας.

Σε κάθε περίπτωση, η αναπτυξιακή ανασυγκρότηση του κρατικού σκέλους της ιατρικής περίθαλψης του υγειονομικού τομέα, δηλαδή του ΕΣΥ, είναι μια πρόκληση που υπερβαίνει την παρούσα συγκυρία της πανδημίας και απαιτεί ευρύτερη κοινωνική και πολιτική διαπραγμάτευση.

Στο βιβλίο σας «Υγεία και ιατρική περίθαλψη» αναφέρεστε στους προσδιοριστές της υγείας και θα ήθελα να ρωτήσω πόσο αυτοί επηρεάζονται και αλληλεπιδρούν με την παρούσα συγκυρία της πανδημίας;

Η συμβολή των κοινωνικών και συμπεριφορικών προσδιοριστών στην υγεία αυξάνεται συνεχώς και η επιστημονική έρευνα έχει αναδείξει σε μεγάλο βαθμό τη διάσταση αυτή. Ως εκ τούτου, συνιστώσες όπως ο τρόπος ζωής, το εισόδημα, η εργασία, το επίπεδο εκπαίδευσης συμβάλλουν καθοριστικά στο επίπεδο υγείας του πληθυσμού.

Η πανδημία ανέδειξε πλευρές αυτού του ζητήματος με την ανάδυση των μεγάλων ανισοτήτων μεταξύ ατόμων και κοινωνικών ομάδων. Η πανδημία Covid-19 πλήττει με σφοδρότητα την παγκόσμια κοινότητα έτσι ώστε ο δείκτης ανθρώπινης ανάπτυξης (εισόδημα, εκπαίδευση, Υγεία) για πρώτη φορά στην Ιστορία μειώνεται. Η αρνητική αυτή εξέλιξη αναφέρεται πρωτίστως στους ηλικιωμένους, τους φτωχούς και όλους όσους βρίσκονται σε συνθήκες δυσμενούς διαβίωσης και εργασίας. Η διεύρυνση των ανισοτήτων είναι το χαρακτηριστικό αποτύπωμα της πανδημίας.

Θα ήθελα το σχόλιό σας για την καθυστερημένη ένταξη των Κέντρων Υγείας και 42 περιφερειακών ιατρείων στον σχεδιασμό για την αντιμετώπιση της πανδημίας, χωρίς όμως να έχουν ενισχυθεί με προσλήψεις και χωρίς την παραμικρή αναφορά στον σχεδιασμό για τις 127 Τοπικές Μονάδες Υγείας, παρότι το έργο τους έχει αποτιμηθεί θετικά, κυρίως από τις τοπικές κοινωνίες.

Η πανδημία της Covid-19 υπήρξε ένας απόλυτος αιφνιδιασμός για τα συστήματα Υγείας σε ολόκληρο τον κόσμο. Το ενδιαφέρον όλων εστιάστηκε σε πρώτη φάση στο δίλημμα «κοινωνική αποστασιοποίηση ή επίτευξη ανοσίας αγέλης», πράγμα που αντανακλάται στο ζήτημα του αντισταθμίσματος ανάμεσα στην Υγεία και την οικονομία.

Στο πλαίσιο αυτό, η κινητοποίηση των υπηρεσιών δημόσιας Υγείας συνιστά θεμελιώδη επιλογή, ενώ η συμμετοχή τής Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας μπορεί να είναι επικουρική και συμπληρωματική. Υπό το πρίσμα αυτό, η εμπλοκή των Κέντρων Υγείας είναι επαρκής και η μεγαλύτερη διάχυση ενδεχομένως να οδηγήσει σε ανεπιθύμητη διασπορά των διαθέσιμων πόρων.

Το βασικό πρόβλημα είναι η αποδυνάμωση και η ανεπάρκεια των κλασικών υπηρεσιών δημόσιας Υγείας σε κεντρικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, πράγμα που χαρακτηρίζει την υγειονομική πολιτική τις τελευταίες δεκαετίες.

Η βιωσιμότητα και η αξιολόγηση των Τοπικών Μονάδων Υγείας είναι άλλης τάξης ζήτημα και δεν σχετίζεται απαραίτητα με τις πολιτικές αντιμετώπισης της Covid-19.

Πιστεύετε ότι η κυβέρνηση θα έπρεπε να αποζημιώνει τα τεστ για Covid-19 που γίνονται με εντολή γιατρού;

Η εργαστηριακή ανίχνευση της Covid-19 είναι κρίσιμης σημασίας τεχνική προσέγγιση που βρίσκεται στον πυρήνα της επιδημιολογικής προσέγγισης και της δημόσιας υγείας. Υπό την έννοια αυτή, ορθώς παρέχεται ελεύθερα και σε μηδενικές -για τους χρήστες- τιμές. Πρόκειται για δραστηριότητες που αναφέρονται σε δημόσια αγαθά και υπό την έννοια αυτή είναι αυτονόητη η πλήρης αποζημίωση από τις δημόσιες αρχές. Η ατομική ζήτηση στις περιπτώσεις αυτές αποσκοπεί κυρίως στη μείωση της αβεβαιότητας ατόμων και είναι άλλης τάξης ζήτημα. Στις περιπτώσεις αυτές απαιτείται η παρέμβαση του κράτους για την προστασία των καταναλωτών διαμέσου επαρκούς και έγκυρης πληροφόρησης αλλά και ελέγχου της πλευράς της προσφοράς ως προς την τιμολόγηση και την ποιότητα της συγκεκριμένης υπηρεσίας. Η οποία, ως προς αυτή τη χρήση της, δεν εντάσσεται στην επιδημιολογική προσέγγιση διερεύνησης των κρουσμάτων εκτός των περιπτώσεων εκείνων που υπάρχει η αρμόζουσα σύσταση. Εξάλλου, η δημόσια Υγεία συνιστά μια αμιγώς κρατική παρέμβαση που διαπραγματεύεται δημόσια αγαθά. Επ’ αυτού δεν υπάρχουν διαφορετικές γνώμες και σχολές, όπως στην περίπτωση της ιατρικής περίθαλψης.

avgi.gr

 

 

 

Μοιραστείτε το στα κοινωνικά δίκτυα

Facebook
Twitter
LinkedIn